Αλεξάνδρα Μπακονίκα: Μια Επίσκεψη στο Φυτολόγιον Νυκτερινόν της Σοφίας Γιοβάνογλου

Sophia Giovanoglou - Flora Nocturna

ΣΟΦΙΑ ΓΙΟΒΑΛΟΓΛΟΥ
«ΦΥΤΟΛΟΓΙΟΝ ΝΥΚΤΕΡΙΝΟΝ»
Εκδ. ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ
σελ.53
Ο σπουδαίος Ηλίας Πετρόπουλος σε ένα σημείο της  εισαγωγής του για τα «Ακόλαστα Σονέτα» του Αρετίνου, τα οποία επιμελώς μετάφρασε στα Ελληνικά το 1992, αναφέρει ότι οι ποιητές στη χώρα μας είναι  σεμνοί ότι «οι νεότατοι πεζογράφοι και μελετητές σήκωσαν τη σημαία της αθυρόστομης αντεπίθεσης, άφησαν πίσω τους απαράδεκτα σεμνούς ποιητές μας. Και ίσως οι Ελληνίδες συγγραφείς να συγκροτούν την πρωτοπορία αυτής της αντεπίθεσης». Δεν είχε άδικο ο Πετρόπουλος και η άποψή του έχει βάση ακόμη και στις μέρες μας.

Θυμάμαι πριν από λίγα χρόνια είχα με απορία ρωτήσει μια γνωστή μου ποιήτρια γιατί στο έργο της κυριαρχεί μια διάχυτη μελαγχολία, μια σκοτεινή απογοήτευση,  χωρίς ίχνος από τη λάμψη και τη χαρά του έρωτα. Κι η απορία μου  αυτή προερχόταν από το γεγονός ότι ήταν όμορφη και γοητευτική γυναίκα με πολλές κατακτήσεις στο άλλο
φύλο. Η απάντησή της ήταν ότι οι έρωτες κρύβουν προδοσία, φθορά και κυρίως ότι κάποτε αναπότρεπτα τελειώνουν. Δεν με έπεισε και πολύ η απάντησή της, φαίνεται ότι ο πόνος και η λύπη είναι πιο  εύκολα κι εύχρηστα συναισθήματα στην ποίηση, και βέβαια ως διαπίστωση τo αναφέρω χωρίς καμία επιδίωξη να κατηγορήσω ή να συμβουλέψω.

Θα ήταν άδικο όμως να παραβλέπουμε το γεγονός ότι είναι πολύ πιο δύσκολο για μια γυναίκα να καταγράψει στους στίχους με θάρρος την ερωτική ηδυπάθεια σε σχέση με τον άνδρα ποιητή. Από προσωπική εμπειρία έχω ακούσει ότι ποιήτριες που είναι παντρεμένες διστάζουν να γράψουν τολμηρή ερωτική ποίηση  για να μην τις κακολογήσουν. Αλλά συμβαίνει και το εξής παράδοξο, αν τολμήσει μια παντρεμένη ποιήτρια να εκθέσει τη λαγνεία της σεξουαλικότητάς της, κάποιοι θα αποδώσουν την γενναιότητά της λέγοντας: «έχει τις πλάτες, τη στήριξη του άνδρα της και μπορεί να γράφει έτσι ελεύθερα, γιατί αλίμονο, η κοινωνία μας είναι  συντηρητική».

Επίσης έχω ακούσει και το εξής παράδοξο: «μα πώς συμβιβάζεται  γυναίκα ποιήτρια που είναι μητέρα να εκδίδει τολμηρή ερωτική ποίηση». Σύμφωνα πάλι με τον Πετρόπουλο η ερωτική γυναίκα στη σεξουαλικότητά της είναι πιο δυνατή από τον άνδρα, έτσι η ανδροκρατική κοινωνία δεν ανέχεται εύκολα την έκθεση του γυναικείου αισθησιασμού στην τέχνη, νιώθει ότι απειλείται. Θα σας μεταφέρω τα λόγια που μου είπε γνωστός κι ώριμος στην ηλικία συγγραφέας πριν από χρόνια: «η σεξουαλικότητα  από ανέκαθεν στην τέχνη ανήκει στο χώρο των ανδρών». Κι αν θέλουμε να πάμε πιο πίσω στο παρελθόν, άνδρες  μελετητές της Ιστορίας δεν διστάζουν να ισχυριστούν ότι το κυνήγι των μαγισσών ήταν μια σκληρή επίθεση που ξεκινούσε από τον κρυφό φόβο του ανδρικού φύλου κυρίως για τη σεξουαλική δύναμη των γυναικών.

Για όλους αυτούς τους λόγους, που σας παρέθεσα, ήταν ευχάριστη έκπληξη για μένα η συλλογή της Σοφίας Γιοβάνογλου «Φυτολόγιον Nυκτερινόν», καθώς μας κερδίζει με  την εκλεκτή ποιότητα του ύφους,  αλλά και το αξιοπρόσεκτο τολμηρό περιεχόμενο. Δεν συναντάμε συχνά τόσο απροκάλυπτα ερωτική περιπάθεια σε ποιητικές συλλογές. Έτσι η Γιοβάνογλου φέρνει κάτι φρέσκο, ζωντανό,  αισθησιακό, που η ρίζα του είναι ο παθιασμένος έρωτας και μάλιστα στη σωματική του διάσταση, στη γύμνια, στο σάρκα με σάρκα ανάμεσα στους δύο εραστές. Σας διαβάζω τους στίχους ( σελ 45): «Ως την καρδιά/ανασκολοπισμένη/αναπολώ/Την εμβολή της σπάθης Σας/ εντός μου».

Ο μεθυστικός ηδονισμός της ποιήτριας έντεχνα ξεφεύγει από την πορνογραφική διάσταση χρησιμοποιώντας με μαεστρία διάφορα μέσα. Έτσι παρατηρούμε ότι η σεξουαλική έλξη και πράξη μέσω των μεταφορών και παρομοιώσεων στη συλλογή μάς παραπέμπει στη φύση, στη οργιαστική γονιμοποίηση των ανθέων. Από εδώ προκύπτει και ο τίτλος του βιβλίο «Φυτολόγιον Νυκτερινόν».

Επίσης οι τίτλοι των ποιημάτων έχουν ονόματα φυτών ή δένδρων (όπως: Κέδρος του Λιβάνου, Σημύδα η εκκρεμής, Γιγάντια ορχιδέα, Λίλιουμ λευκή τρομπέτα), τα οποία συνοδεύονται και από το αντίστοιχο λατινογενές, επιστημονικό τους όνομα. Έτσι με υπόγειο τρόπο η Γιοβάνογλου μάς υπενθυμίζει ότι η συνουσία ανάμεσα στον άνδρα και τη γυναίκα αγγίζει τον πυρήνα της ύπαρξης, ανήκει στο πιο  θεμελιώδες στοιχείο για την αναγέννηση της ζωής σε κάθε μορφή της.

Κοντά σε αυτά, που όντως μετουσιώνουν σε τέχνη το έκλυτο της ερωτικής συνουσίας, περιλαμβάνεται και η προσφώνηση της ποιήτριας προς τον  εραστή στον πληθυντικό, με το μεγαλοπρεπές Σας αντί σε, και μάλιστα με κεφαλαίο το Σ, σαν να προσφωνεί σεβαστικά κάτι ιερό, διαβάζω το ποίημα  «Σημύδα η εκκρεμής ή Betula pendula» : «Στη ζέστη των χεριών Σας/φλέγεται ο ύπερος/κοχλάζει η σπερματική μου βλάστη/ Αρσενικέ γαμέτη μου/το μόνοικον της φύσεώς μου/απειλείτε».

Στη συλλογή η ποιήτρια χρησιμοποιεί ως προμετωπίδα στίχους της προς τον Robert Mapplethorρe, είναι μια επιτυχημένη επιλογή, γιατί  συμβαδίζουν με τη λατρεία που εκφράζει για τον εραστή, αξίζει να σας τους διαβάζω : «εσείς/ο γεωμέτρης της αυλής/κι ο αρχιτέκτων του θερμοκηπίου». Επίσης, μένουμε με την εντύπωση ότι και η δεύτερη προμετωπίδα, που είναι ο εξής υπέροχος στίχος: « στον ανθό μου τον αγαπητό/εν ω ευδόκησα» εξίσου λατρευτικά στον εραστή απευθύνεται.

Με την αυτοπεποίθηση της έλξης  που ασκεί στο ανδρικό φύλλο τόσο με τη γοητεία, όσο και με τα σωματικά της θέλγητρα, το ποιητικό υποκείμενο ως γυναίκα στέκεται ίση προς ίσον στο ερωτικό πεδίο με τον άνδρα –εραστή. Σας διαβάζω ενδεικτικά το ποίημα «Παιώνια η παρνασσική»: «Βασίλισσα / στον κήπο Σας /εγώ/ Το αρχαιότερο/ ναρκωτικό Σας/ άνθος». Επίσης το ποίημα  «Κρίνο της κοιλάδας: «Εσείς στα πόδια μου/το κρίνο των αγρών/Εγώ/η σκάλα Σας/ στη χώρα των θαυμάτων». Αλληλολατρευόμενοι, κι αλληλοθαυμαζόμενοι οι δύο εραστές για την έντονη λίμπιντο και την ασύστολη έκλυσή της στους ερωτικός εναγκαλισμούς τους, απελευθερώνουν όλη την κάψα της ηδονοθηρίας τους, διακηρύσσοντας την απροσμέτρητη ευφροσύνη που απολαμβάνουν με τις συνευρέσεις τους.

Χρησιμοποιώντας μια μεγάλη ποικιλία μεταφορών από το φυτικό βασίλειο, ο φαλλός στη συλλογή επικεντρώνει όλη την ερωτική παραφορά, την εξαίσια μαγγανεία πάθους που προσφέρει ο εραστής στην ερωμένη του. Ο φαλλός μεταφορικά στους στίχους υπονοείται ως: κέδρος του Λιβάνου, κρίνος των αγρών, ανθός του Δία, ανθήρας, βλαστός, μίσχος, στάχυ, αφυπνισμένος όφις, σπάθη. Αντίστοιχα το θηλυκό αιδοίο υπονοείται με τις εξής μεταφορές : χειλεοπέταλα, πτυχές, πλήκτρο, σέπαλα, χειλανθός, σχισμή των βράχων, το πιο βαθύ μου πορφυρό.

Με αυτές τις μεταφορές η ποιήτρια απεμπολεί κάθε σεμνοτυφία, και εστιάζει  στη μέθη της κλινοπάλης των εραστών, όπου συμμετέχουν απελευθερωμένες  όλες οι αισθήσεις και κάθε κίνηση ή άγγιγμα είναι μια μύηση στην οργασμική έξαψή. Το ψιθύρισμα με γλυκόλογα από τον εραστή στο αυτί της γυναίκας, το πέρασμα της γλώσσας του στις μασχάλες της, το άγγιγμα στα πιο ερωτογενή σημεία του σώματός της, συνθέτουν την κάθοδό  στα άχραντα μυστήρια μια τελετουργίας που αποθεώνεται με την κορύφωση της ηδονής. Σας διαβάζω τους στίχους από το ποίημα «Ίρις η γερμανική: «Πόσες/ ταξιανθίες /εξηγούν/Τον πλου Σας /στις δαντελωτές πτυχές μου».

Η τολμηρότητα της συλλογής μπορούμε να πούμε ότι κυρίως τονίζεται από τα φιλιά και από τους δύο εραστές στα αιδοία ανδρικό και θηλυκό, καθώς κι από την άφατη αγαλλίαση της γυναίκας να δέχεται την εισβολή του φαλλού. Ως προς τα φιλιά ένα δείγμα από το ποίημα «Φωτιά»: «Στον κάλυκα/του στόματός Σας/ενδημούν/τα πορφυρά/χειλεοπέταλά μου», επίσης από το ποίημα «Γιγάντια ορχιδέα»: «Το στόμα μου/πρώτα κυκλώνει/ τους βολβούς/Ύστερα/θυλακώνει τον /βλαστό Σας». Κι ως προς την ερωτική ένωση το ποίημα « Λίλιουμ λευκή τρομπέτα»: «Όταν Σας νιώθω/μες στον χειλανθό μου/αντηχώ/κραυγές ευφορικές/και νότες/ευφροσύνης».

Ο γνήσια δυνατός έρωτας είναι μια ευεργεσία και της ψυχής και του σώματος. Ο εραστής δεν παίρνει στα χέρια του το κορμί της γυναίκας, αλλά  έναν ενσαρκωμένο ψυχισμό. Κι ασφαλώς το ίδιο ισχύει για την γυναίκα προς τον εραστή της, καθώς η σχέση με το σώμα είναι καθαυτό ψυχική και πνευματική. Οι δυνατοί έρωτες λέει ο Μπαλζάκ είναι σπάνιοι όπως τα αριστουργήματα. Έναν τέτοιο  δυνατό έρωτα υμνεί η Γιοβάνογλου στα ποιήματα της συλλογής της, κι αυτό δεν το αποδεικνύει μόνο με την περιπάθεια των σωμάτων, αλλά και με την ένθερμη δήλωση στο ποίημα «Ιερός λωτός» ότι μόνο μακρόχρονη αναμονή κι όχι η ευκολία επιπόλαιων σχέσεων γέννησε σαν άνθος το τρισόλβιο ειδύλλιο.

Κι όπως κάθε τι πολύτιμο μυστικά το φυλάμε σαν κόρη οφθαλμού στο πιο μύχιο του εαυτού μας, έτσι και  η ποιήτρια στο τελευταίο ποίημα περιβάλλει με  ιερότητα την αυθεντική αλήθεια του έρωτα που έζησε, σας διαβάζω τους στίχους: «Αποφασίστηκε/ ο τόπος μου/να μένει μυστικός/κι οι γέννες μας/ να γίνονται/γνωστές σε λίγους».

Η αφροδισιακή έλξη οδηγεί στην ηδονοχαρή αποχαλίνωση, στον παράφορο ίμερο. Επί της κλίνης οι εραστές θεραπεύονται και ωριμάζουν παλεύοντας. Έτσι βρίσκουν τον νέο εαυτό τους. Πρόκειται για μια αμοιβαία μεταμόρφωση, που προϋποθέτει ατμόσφαιρα αλαφιασμένης κατάπληξης. Αυτή τη μεταμόρφωση  μέσω του έρωτος καταγράφει η Γιοβάνογλου στη συλλογή της, κατορθώνοντας να πετύχει άρτιο αισθητικό αποτέλεσμα, που οφείλεται στη γνησιότητα του αισθήματος αλλά και στην ευθύβολη, λιτή, διαυγέστατη εκφορά του λόγου της.

Παράθυρα Λογοτεχνίας για Νέους

Intellectum 10

[
Μενού