<< Επιστροφή
InterPares

Τεύχος 2
- Συνέντευξη με τον Θωμά Κοροβίνη


Συνέντευξη με τον Θωμά Κοροβίνη

Υπάρχουν άνθρωποι με μια στολή ανθρώπου μέσα τους και υπάρχουν άνθρωποι που χωρούν την ανθρωπότητα. Είχα την τύχη να ξεχάσω για ένα απόγευμα τη ροή του χρόνου με τις υποχρεώσεις και τις υπέρχρεώσεις της, τουφεκίζοντας τις προκαταλήψεις μου μέσα από την κάνη του Θωμά Καροβίνη και με πυροβολείο το σπίτι του, ένα άντρο μουσικής και λόγου, ήχου και γραφής, ένα μικρό παλίμψηστο της ζωής του (μεγάλωσε στη Σαλονίκη, οχτώ σχεδόν χρόνια στην Ινσταμπούλ, μετάφραση κλασσικής τούρκικης ποίησης και πρόζας, σύνθεση, εκτέλεση και στοιχειοθέτηση μουσικών κειμένων, συγγραφή.
Με κέρασε τούρκικο καφέ, γλυκό και προβληματισμό για την τέχνη και την ζωή, κάτω από τους ήχους των δημοτικών και ανατολίτικων μελωδιών του γραμμοφώνου του.

Για τη μουσική:
"Η γλώσσα μόνο φτάνει -ακόμα και εκείνη η σπαραγμένη άθλια γλώσσα των σκυλοειδών τραγουδιών εκφράζει ελληνικό χρώμα. Σίγουρα είναι διεθνιστική η μουσική, αλλά την ίδια στιγμή έχει και πατρίδα, γιατί άλλο το κλαρίνο των βαλκανικών χωρών και άλλο το ελληνοποιημένο των ηπειρώτικων. Η ελληνική μουσική ανήκει στον εαυτό της. Ορίζεται βέβαια με εφαπτόμενες, ο περιβαλκανικός χώρος, ιταλιώτικος, ο ανατολικός και τουρκικός. Κατά τα άλλα έχει τα γηγενή της στοιχεία".
Και πού έζησε, στην Ισταμπούλ ή στην Κωνσταντινούπολη, κι άνθισε ως δημιουργός; "Ένιωθα πως ζούσα σε μια δική μου Κωνσταντινούπολη -έφερα την ελληνικότητά μου, την αναγνώριζα στην αρχιτεκτονική και τα φερσίματα των ανθρώπων της κυρίως Πόλης- καίτοι αντεθνικιστής, ένιωθα υπό κατοχικό στρατό. Για έναν ψυλλιασμένο, έναν ανθισμένο Έλληνα (που λεν και στον τεκέ) η Πόλη δίνει μεγαλείο, χώρο αναφοράς, οικειότητα".
Ενώ η Σαλονίκη, "ήταν η δεύτερη πόλη δύο τεράστιων αυτοκρατοριών, ένα μωσαϊκό πολυεθνικό που σήμερα, δεύτερη πόλη ενός κρατιδίου, έχει μορφοποιήσει χαρακτήρα διαφορετικό λόγω της ιστορικής αναντιστοιχίας, ακόμα και στον ψυχισμό των κατοίκων της. Τα πολιτιστικά γίνονται, η αλήθεια, αλλά λείπουν τα κέντρα εξουσίας και παραγωγής που θα βοηθήσουν το καλλιτεχνικό προϊόν να διοχετευθεί σε όλη την Ελλάδα, βλ. για παράδειγμα την ύπαρξη 2 μόνο, μικρού βεληνεκούς, εφημερίδων -έλλειψη διαύλου ενημέρωσης. Δεν είναι αυτό δείγμα μειοδοσίας της πόλης;".
Έκπτωση πολιτιστική σε σχέση με πχ την παλιά "σχολή Θεσσαλονίκης" στη λογοτεχνία; "Μα τα καινοτόμα ρεύματα από δω ξεκίνησαν -με εξαίρεση των σουρεαλιστών. Ισχυρές φυσιογνωμίες λογοτεχνικές παράγει αυτή η πόλη στον χώρο του πολιτισμού: ο Πεντζίκης, η Καρέλλη, ο Σαββόπουλος, ο Αναγνωστάκης -ιδιότυπες φυσιογνωμίες. Και δεν ήταν υποχρεωμένοι να μείνουν, στην Αθήνα κατέβηκαν. Ακόμα κι αν βρήκαν εκεί άσχημο τέλος, ο Ασλάκογλου ή ο Ιωάννου π.χ. Δεν δικαιολογώ την όσμωση, αλλά την καταλαβαίνω. Και μη μου λες δεν υπάρχουν ερεθίσματα ή εναύσματα".
Με απογοήτευση το λέει -η περσινή δουλειά του στα τραγούδια της Πόλης και η φετινή σε κείνα των τσιγγάνων (ΜΥΛΟΣ) πρέπει να εκτιμηθεί περισσότερο. Και το προηγούμενο τοπίο της Σαλονίκης που άφησε πριν ζήσει 8 χρόνια σχεδόν στην Πόλη, ενταφιασμένο. "Ένα μαυσωλείο -που σημαίνει πεθαίνει άνθρωπος μέσα. Και η πόλη μεταλλάσσεται σε κάτι άλλο. Ο ερωτισμός, που ήταν διάχυτος κι εμπνευστικός και αναγνωρίσιμος στα στέκια και τις πλατείες, σήμερα είναι ανύπαρκτος. Το σκηνικό πια είναι ψόφιο. Την αλλαγή τη ζήσαμε απότομα κι οι νέοι σήμερα είναι άτυχοι. Άτυχοι γιατί είναι ριγμένοι σε κόσμο φόβου: χωρίς εξομολογήσεις, με τον φόβο κυρίαρχο από το να μπεις σε αεροπλάνο μέχρι του να αρρωστήσεις αν κάνεις έρωτα".
Κι ο πολυλάλητος λαϊκός πολιτισμός: "Υπάρχει, κι ευτυχώς που άνθρωποι δουλεύουν για τη διάσωσή του. Πλην ο υπάρχων δεν προβάλλεται. Μια συλλογή τραγουδιών π.χ. των Κυθήρων θα προβληθούν μέσω Νταλάρα, που είναι επίσης μια χυδαιότης. Ένας ελαφρός σαν τον Πάριο θα μας μάθει τα νησιώτικα. Και ο καταναλωτής -γιατί δεν φταιν μόνο τα Υπουργεία, που για μένα δεν δουλεύουν για τον τόπο τους, μεταφράζουν ξένες εντολές- δυστυχώς τα εύκολα θέλει".
Το κείμενο ο πόλος έλξης για τον μεταφραστή: "Τυχαία ρίχνεται μέσα του. Κι όταν συμβεί, δουλεύει, δυο χρόνια ίσως κι αναπλάθεις, ξαναδημιουργείς. Περισσότερο πάντως με φοβίζει το πεζό στη μετάφραση". Και η συνύπαρξη της λογοτεχνίας με τη μουσική, όπως συνυπάρχουν στην ποίηση; "Δες τον Ελύτη, για παράδειγμα. Δημιουργεί -και για αυτό είμαι διαρκώς ερωτευμένος με το έργο του- από μια αφομοιωμένη και υιοθετημένη συνόρευση της παράδοσης με τον σουρεαλισμό, της τοπιογραφίας με την επιστήμη ακόμη. Και προοίμια του παράλογου βρίσκει και στο δημοτικό μας τραγούδι".
Είπαμε ακόμη για τον Εμπειρίκο, τη σεξουαλικότητα και άκουσα την πικρία του για την τάχιστη αμερικανοποίηση τόσο της Ελλάδας όσο και της Τουρκίας. "Πάντως οι άνθρωποι που φέρουν στην αγωγή και στην πραγματικότητά τους την παράδοση, σήμερα είναι άρρωστοι. Δεν έχουν διάλογο, κοινωνικότητα, αναγνώριση της παλιάς ζωής τους στην καινούρια. Και δεν είναι απαραίτητα οι "παλιοί": βλέπω γριές που βιούν προκάτ, εμφανίζονται στο μνημόσυνο του άντρα τους με νέα κόμμωση. Και το χωριό δεν σε αποζημιώνει την υπαρξιακή και κοινωνική του πλευρά, αστικοποιείται η συμπεριφορά".
Τα χωριά με τη ρημαγμένη φύση και συνείδηση. Κι εκεί, η κουβέντα πήρε τον δρόμο τον πιο προσωπικό: για τους φίλους που χάνεις μοιραία, για το μοναδικό ταξίδι, για το ρήμαγμα που αφήνει η εγκατάλειψη. Με ρακί αυθεντικό, σάλια και ταξίμια έκλεινε μια από τις ουσιαστικές κουβέντες που 'χω κάνει.

Θοδωρής Ρακόπουλος