ΣΩΜΑ – Αχιλλέας Κυριακίδης

Soma - Achilles Kyriakidis1

Αχιλλέας Κυριακίδης

ΣΩΜΑ

νουβέλα, Εκδόσεις Πατάκης, (2017)

 

«Αν ο πεζός λόγος είναι ποταμός [και] η ποίηση συντριβάνι»  σύμφωνα με τον Μάικλ Λόνγκλι, νουβέλες σαν κι αυτή είναι καταρράκτης». – Κωνσταντίνος Μελισσάς

Η σχέση μου με το συγκεκριμένο βιβλίο θα μπορούσε να είναι και μυθιστορηματική καθώς η απόφαση να το διαβάσω και έπειτα να γράψω μια κριτική ξεκίνα με μια καθυστέρηση που ο Σάμιουελ Μπέκετ θα μπορούσε να συμπεριλάβει στο «Περιμένοντας τον Γκοντό». Είναι δεδομένο και απολύτως διασταυρωμένο ότι τρεις φορές δεν  έφεραν το βιβλίο στο βιβλιοπωλείο Μυθιστορία, τέσσερις φορές δεν μου το έστειλε ο Βίκτωρ με το ταχυδρομείο και πέντε φορές αμέλησα να γράψω γι’ αυτό. Αν σ’ αυτό προσθέσουμε την γενική αρχή «ποτέ μην περιμένεις τον Ταχυδρόμο στη Νόβα Σκότια» όπου βρίσκομαι τους τελευταίους μήνες, το ότι διαβάζετε αυτές τις γραμμές αποτελεί ένα μικρό θαύμα.

 

Τον είχαν βρει αιμόφυρτο, σ’ ένα χωματόδρομο έξω απ’ τη Θεσσαλονίκη, κοντά στη θέση Αγιονέρι. Έμεινε ενάμιση μήνα στο νοσοκομείο. Ανατάξεις, φυσιοθεραπείες, απραξία και πλήξη. Στις επίμονες ερωτήσεις της αστυνομίας δεν μπορούσε (ή δεν ήθελε) ν’ απαντήσει, στις αντίστοιχες και αντίστοιχα επίμονες των γονιών του, της Ελένης και άλλων φίλων δεν ήθελε (ή δεν μπορούσε). Μόνο αυτός (ή αυτοί;) που τον είχε ξυλοκοπήσει τόσο βάναυσα θα μπορούσε να ρίξει φως στην υπόθεση, αλλά ασφαλώς δεν θα ήθελε. Ο τραυματίας επικαλέστηκε αμνησία που οι γιατροί τη χαρακτήρισαν παροδική μετατραυματική («Τι υπέροχος χρησμικός ορισμός» μπορεί να σκέφτηκε ο Μάρτης, «το δεύτερο είναι ήδη συντελεσμένο και αυταπόδεικτο, το πρώτο μένει ν’ αποδειχθεί, δηλαδή να ισχύσει, την ίδια στιγμή που θα πάψει να ισχύει»). – Κεφάλαιο (1981) (ΙΙΙ), σελ. 33-34 του βιβλίου.

 

Ο Αχιλλέας Κυριακίδης αποφασίζει να βάλει δύσκολα στους αναγνώστες σ’ ένα μικρό, φαινομενικά απλό βιβλίο που σε πολλές τους γραμμές αποτελεί μια ιδιότυπη γέφυρα σύνδεσης του πεζού και του ποιητικού λόγου. Η κυρίως δυσκολία του βιβλίου έγκειται στο πώς αξίζει να το διαβάσει κανείς.

Η δική μου πρόταση βασισμένη στην κλασική μυθιστορηματική σχολή του Βίκτωρος Ουγκό, του Ιουλίου Βερν, του Κάρολου Ντίκενς, του Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον κ.ά. είναι η εξής: πρώτα τις σελίδες 17-54, μετά τις σελίδες 13-16 και τέλος τις σελίδες 55-57. Και φυσικά έναν μόνιμο μικρό σελιδοδείκτη στις σελίδες 59-62, όπου ο συγγραφέας έχει την παράξενη και ασυνήθιστη καλοσύνη να μας βάλει όσο μπορεί περισσότερο στον κόσμο του βιβλίου του μέσα από δεκάδες επεξηγηματικές σημειώσεις για ρήσεις, ταινίες, πρόσωπα και πράγματα που περιγράφονται μέσα στο βιβλίο.

Φυσικά κάποιος μπορεί να διαβάσει το βιβλίο και μέσα από την ιστορική ασυνέχεια αλλά εντούτοις νοηματική συνέχεια που προτείνει ο εμπειρότατος  συγγραφέας, αφού και στην ανάγνωση ισχύει το κλασικό γαστρονομικό ρητό «περί ορέξεως κολοκυθόπιτα», που πολύ συχνά μεταφράζεται και ως «ανάλογα με το πόσο και τι έχει διαβάσει κανείς».

 

Το ραντεβού με τον καθηγητή ήταν στις 4. Μισή ώρα πριν, ο Μάρτης διέσχιζε κατά σειράν την αυτοκρατορική καγκελόπορτα, τη βασιλική αλέα και την πριγκιπική κεντρική είσοδο του πανεπιστημίου, διαπίστωνε την πλήρη έλλειψη αρμοδίων να τον κατατοπίσουν, φλερτάριζε με την απελπισία όταν κανένας απ’ τους πέντε πρώτους φοιτητές που ρώτησε δεν είχε ξανακούσει το όνομα του καθηγητή, ανέβαινε στον πρώτο όροφο από μια ημικυκλική σκάλα που του θύμιζε το Νotorious, διέτρεχε έναν μακρότατο διάδρομο, διάβαζε στις άπειρες πανύψηλες πόρτες του ενδείξεις και πληροφορίες που του ήταν ολότελα άχρηστες, και λίγο πριν εκβάλει σ’ ένα εντυπωσιακό τερματικό αίθριο με χρωματιστά τζάμια, έβλεπε την ξύλινη σκαλίτσα, την ανέβαινε, αποβιβαζόταν σ’ έναν μάλλον σκοτεινό μεσώροφο που έμοιαζε σαν να ’ταν το αποπαίδι του μεγάρου, κι έφτανε μπροστά σε μια μισόκλειστη πόρτα που έγραφε: Facultatea de Litere – Departamentul de lingvistică – Prof. Lazăr Luca (κάποιος, εν παικτοίς, είχε προεκτείνει κερατοειδώς τo φρυδάκι πάνω από τo “a” του ονόματος).  – Κεφάλαιο (1986) (ΙV), σελ. 42-43 του βιβλίου.

Soma - Achilles Kyriakidis

 

 

Διατρέχοντας τον τεράστιο κίνδυνο να αδικήσω άλλα κεφάλαια του βιβλίου παραμένω στα αγαπημένα μου (1981) και (1986), επιλέγοντας και πάλι από το δεύτερο το τελευταίο απόσπασμα – ανοικτή πρόσκληση να μυηθείτε στον μοναδικό κόσμο του μικρού μα και συνάμα εκπληκτικού βιβλίου:

«Το σώμα, αγαπητέ μου. Πόσο αδικήθηκε από τις ιδέες! Oι φωτογραφίες των επιζώντων από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης που έδωσαν στη δημοσιότητα Αμερικάνοι και Σοβιετικοί, θα ’χετε δει, δείχνουν ποιο ήταν το πιο μιαρό έγκλημα αυτής της ασύλληπτης, παρανοϊκής έσχατης λύσης, πιο ανόσιο ακόμα κι απ’ το θάνατο: η βεβήλωση του σώματος, η συντριβή του κάλλους του, η απόλυτη ταπείνωσή του. Κι εσείς κάνατε όλο αυτό το ταξίδι για να σας μιλήσω για τη γλώσσα του. Δεν έχω τι άλλο να σας πω –  κάντε ό,τι θέλετε. Πέντ’-έξι λέξεις έχουν μείνει όλες κι όλες που τριγυρίζουν σαν την άδικη κατάρα, σαν άστρα που φέγγουν ακόμα τον παλιό τους θάνατο. Γράψτε την όλη απ’ την αρχή αυτή τη γλώσσα, όπως τη θέλετε, όπως νομίσατε ότι ήταν και την αγαπήσατε, δε θα σας αντικρούσω ό,τι κι αν πείτε, δε θα σας διαψεύσω. Ο δρόμος σας είναι ανοιχτός: ορμήστε! Ή, όπως θα ’λεγε ο Ρεμπό, réinventez!». – Κεφάλαιο (1986) (ΙV), σελίδες 47-48 του βιβλίου.

 

Παράθυρα Λογοτεχνίας για Νέους

Intellectum 10

[
Μενού