Εφήμερα Ιουλίου πέντε

pegasus6
Βεντέμα, οι γονείς μου μιλούσαν σολωμικά και έως Κωνσταντίνου Θεοτόκη.
*
Γλίνα, Υπήρχαν ειδικοί τόποι όπου αυτό το ευχάριστα γλοιώδες γκρίζο και πηχτά
διαλυμένο σε σούγλους, με ματσάκια από σκίντα δεμένα σαν πινέλο, απλωνόταν
στο αλώνι της σταφίδας.
*
Μενουδέλι, κρατούσα το κουτάλι να το φέρω στο στόμα, αλλά της σφήκας της είχαν
κολλήσει τα φτερά στο ζουμί και δεν έφευγε, την έφερα κοντά με τσίμπησε. Η γλώσσα
πρήστηκε κι όταν με ρωτούσαν τι σε τσίμπησε έλεγα η σφθήνγκα.
*
Σέρσεγκας, αν τσιμπούσε κεφάλι, αυτή η τεράστια σφήκα πήγαινες καλλιά σου. Είχαν
όμως αμμωνία κι έβαζαν, ασε που πολλοί ήταν ποτισμένοι και δεν τους έπιανε.
*
Τραγάτα, ξύλα από κυπαρίσσι λιγνά, φτέρες για πάτωμα, σκάλα, κανένα σεντόνι
απάνω. Κοιμόταν ο άντρας του σπιτιού τα μεσημέρια. Ήταν ο κατ’ εξοχήν τόπος.
*
Φαγουλάρικα, γύρω από το σπίτι τα πρώτα κλίματα, σταφύλι επιτραπέζιο, κέρινα,
φράουλα, σιδερίτης. Τα κέρωναν στην περγουλιά και τα βούταγαν σε ζεστό νερό
τα Χριστούγεννα να τα φάμε.
*
Σκαφόνι, το έφερνε το ποτοποιείον Χατζής που έπαιρνε τα τσέμπουρα, πάνω βάζαμε
το λινό και ρίχναν τα κοφίνια να πατηθεί το σταφύλι να γίνει μούστος.
*
Του Άη Λιός παραμονή ανοίγαν τα επουράνια και μείναμε ένα βράδυ κοιτάζοντας
όσο που φώτισε. Τίποτα. Δεν άνοιξαν για μας.
*
Στο κτίριο των λουτρών στο Λίντζι την είδες να βγαίνει καβάλα στο άλογο και να
τραβάει προς την παραλία με το γλυκερό άρωμα από τα κρίνα της άμμου. Σε πήρε
πισωκάπουλα, την αγκάλιασες κι αποπάνω τα βυζιά της παίζανε στα χέρια σου.

Παράθυρα Λογοτεχνίας για Νέους

Intellectum 10

[
Μενού