Εν βουνώ.

Ο παππούς μου έκανε τρία ταξίδια.

“Ο Όλυμπος, από τη άλλη μεριά είναι ευθεία, από την άλλη θηρίο. Όλα τα γυρίσαμε.

Και όταν θα τακτοποιηθούμε να μου βγάλεις τον μεγάλο χάρτη της Ευρώπης-στη γαλάζια μέσα ντουλάπα (όλα εδώ βάφονται γαλάζια λες και απουσία άλλων μπογιών ή μία διαλείπουσα εικόνα αναπαραγωγής νησιώτικου κλίματος)-να σου δείξω από πού ξεκίνησε ο άλλος ο παππούς, ο μεγάλος, από την Ουκρανία, το έχω σημειώσει το χωριό και έφτασε ως εδώ.”

Ο παππούς μου έχτισε την εκκλησία του χωριού. Δημιούργησε έναν χώρο δηλαδή.

Στα πλάνα τους των οδομαχιών (γιατί ναι διατηρούμε ακόμη αυτή τη λέξη) μικρά εκραιόμενα πυροτεχνήματα, το ίδιο αισθητικό αποτέλεσμα αν προσθέσεις γκλίτερ σε μαύρη ματ μπογιά.

Αντιθέτως ο θείος, των μηδέν χρεωμένων ταξιδιών, των ίδιων επαναλαμβανόμενων ιστοριών (μετράω ήδη μια για την ανολοκλήρωτη νηστεία και μια άλλη για την αχαριστία του φαγητού) περιμένοντας να πεθάνει, θεωρώντας τους προηγούμενους θανάτους ως απλή πύλη.

Η υπέροχη διαδικασία της προσθήκης νέων λέξεων στο λεξιλόγιο.

Ό, τι δεν αντέχω θα το χειλήσω σε άλλους.

Την λαχτάρα αυτή λέω.

Ήσουν ντυμένη ως φλαουερί κορίτσι της Σαγκάης με τη φιδίσια χωρίστρα στα μαλλιά. Διέθετες και ποδήλατο, συμπλήρωμα της εικόνας. Όχι ότι γνωρίζω τη Σαγκάη μα όλοι πορευόμαστε με στερεότυπα.

Γλυκείς λογοτεχνικοί παράγοντες Ουδετερούπολης που γράφουνε στο βίντεο τα επεισόδια της Φατματζιούλ.

Παράθυρα Λογοτεχνίας για Νέους

Intellectum 10

[
Μενού