ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ ΔΩΜΑΤΙΟΥ: Χαμογελάκι

Η αυλή είχε γεμίσει με νερά. Από εκείνα που δε σε νοιάζει να πατάς, που δε βουλιάζεις, που δεν πνίγεσαι, που δε σε ξεπλένουν, ούτε εσύ λερώνεις. Από εκείνα που ο ένας ρίχνει στον άλλον, σα δροσιά που περιμένεις και κάνεις λίγο ότι θυμώνεις, μα έλα που τη λαχταράς γιατί ο καιρός στη στέρησε, γιατί η ζωή στη στέρησε, γιατί όλα στη στερούν. Σε χρόνο ενεστωτικό, μια στέρηση. Και σε χρόνο διαρκή μια λαχτάρα για νερό, για μπουγέλο, για αυλή. Όλων των παιδιών οι λαχτάρες γίνονται νεροπίστολα, έτοιμα να πυροβολήσουν τη λήξη της σχολικής χρονιάς. Οι δικές μου οι λαχτάρες δεν τόλμησαν να πάρουν νεροπίστολο στα χέρια τους, από φόβο, νομίζω, μην μπερδευτώ και αρχίζω να πυροβολώ τους φόβους που θα με κρατήσουν απασχολημένο για το καλοκαίρι. Έμεινα όμως εκεί, ξυπόλυτος να αισθάνομαι την υγρασία της αυλής, σαν πελώριο καλαμάκι να ρουφώ τη δροσιά τους. Όταν σαπίσω αρκετά, θα είναι πάλι για καλό μου. Νιώθω καλύτερο το σάπισμα απ΄ την υπερβολή, παρά από τη στέρηση.

Δεν ξέρω αν υπάρχει μέση οδός, αν υπάρχει μέτρο σε τίποτα πια ή χάθηκε ολοσχερώς απ’ τις ζωές μας. Ακόμα και στον εαυτό μου παρατηρώ την ίδια ασυδοσία : να πράττω πιο πολλά απ’ όσα θέλω, να λέω πιο πολλά απ’ όσα εννοώ. Να ονειρεύομαι πιο πολύ απ’ όσο αντέχουν οι άνθρωποι. Μ’ αυτό το τελευταίο να με φέρνει σε πολλούς μπελάδες. Να είμαι εγώ αυτός που ονειρεύεται και που στα σύννεφα πετάει, να με φωνάζουν  αισιόδοξο, ουτοπιστή κι αιθεροβάμονα. Και να κουνάω το κεφάλι με συναίνεση, ότι τα επίθετα δε μου αλλάζουν χαρακτήρα, έχω επίθετο δικό μου μ ‘ εφτά γράμματα κι όλα τα υπόλοιπα απλώς χάνουν τον στόχο τους. Σε μία μίζερη χρονική στιγμή, όπου όλα είναι ετοιμόρροπα ή γκρεμισμένα, το να δηλώσεις χαμόγελο είναι ένα έγκλημα που δε σου συγχωρούν. Κι αν δε σε νοιάζει να σε συγχωρέσουν, τους συγχωρείς εσύ. Και συνεχίζεις να χαμογελάς.  Όπως έκανες από μικρός, που τίποτα δε σε στεναχωρούσε αρκετά για να κρατήσει. Κι όπως έκανα από μικρός, που έβγαζα φωτογραφίες μ’ ένα χαμόγελο απ’ άκρη σ’ άκρη τσιτωμένο.

Ίσως είναι άμυνα που δεν ξεπερνιέται, περασμένος γενετικός κώδικας σε λίγους, που τολμούν να τρώνε της ζωής τα χαστούκια και να γυρνούν και τ’ άλλο μάγουλο. Γιατί η αισιοδοξία πέρα από αντίδραση, είναι τρόπος ζωής. Δεν ανήκει στους ευτυχισμένους ή σ ‘αυτούς που στερούνται προβλημάτων, αλλά κυρίως σ ‘αυτούς που αναγνωρίζουν τα προβλήματα ως καθημερινά, ενώ το χαμόγελο ως κάτι που ‘ μένει  αθάνατο. Ένα παιδί που γελά, το κάνει γιατί νιώθει ανίκητο. Μ’ ένα παιδί που γελάς , τη δική του αθανασία μοιράζεσαι. Κάποιοι δε λένε να το καταλάβουν , πως η μιζέρια είναι η εύκολη λύση που πουθενά δε σε βγάζει, που σου χαλά τη μέρα, που σου μπολιάζει δηλητήριο τις στιγμές. Και προτιμώ το μεθύσι μιας ψεύτικης συγκίνησης, επίπλαστης, παρά το δηλητήριο. Δε θέλουμε ρεαλισμό, θέλουμε μαγεία. Κι εγώ κι εσύ κι η Μπλανς που ανέβηκε στο λεωφορείο ο Πόθος και όχι στο διπλανό το Πάθημα. Και νιώθοντας τυχερός για το επάγγελμα που διάλεξα και αγάπησα, την ίδια φαντασία θέλω να μοιράζομαι κάθε χρονιά με τα πιτσιρίκια μου. Άλλοτε κι αυτά αφήνονται πιο εύκολα, άλλοτε γραπώνονται στις καρέκλες και περνά καιρός μέχρι την απογείωση. Αλλά έρχεται, τα παιδιά τη χρειάζονται.

Δε θέλω να πω πολλά σήμερα.  Θα σας αφήσω να με πείτε κι εσείς αιθεροβάμονα ή να υποθέσετε πώς τα προβλήματά μου είναι όλα τους λυμένα. Όμως δεν είναι. Άργησα να γράψω άρθρο, χωμένος στις σχολικές μου υποχρεώσεις, στη γιορτή λήξης, στις βαθμολογίες και αποστασιοποιημένος χαμογελούσα. Για τα απλά πράγματα της ζωής μου , που με αυτά πέρασα αυτή τη δύσκολη χρονιά  και με αυτά αγάπησα ακόμα πιο πολύ το τώρα. Το ονειροβουτηγμένο, το μη μπλεγμένο, το‘’ εξυγιασμένο ’’ , το παιδικό. Και η γιορτή μας για τη λήξη ήταν κι αυτή ένα παράλληλο σύμπαν. Δεν ήταν διαμαρτυρία για την ερτ, δεν ήταν μήνυμα πολιτικό σαφές και σε προκήρυξη γραμμένο. Ήταν χαμόγελο, τραγούδια, σύννεφα και χρώματα. Κι αυτό είναι ότι εγώ αποκαλώ πράξη πολιτική. Να τολμάς να ονειρεύεσαι όταν τα όνειρα στοιχίζουν ακριβά.  Να χαμογελάς, γιατί το θέλεις. Γιατί κι οι άλλοι περιμένουν να το κάνεις. Γιατί κι εσύ θέλεις να γίνεις το παράδειγμα. Να χαμογελάς, γιατί η μέρα είναι όμορφη, γιατί μπορείς να σιγοτραγουδάς παίρνοντας το λεωφορείο – ακόμα κι αν αυτό αργεί πολύ. Γιατί λες μια καλημέρα στον περιπτερά κι αυτός στην αντιγυρίζει, έστω κι από ντροπή. Γιατί το δέντρο, που απέμεινε μόνο στο πεζοδρόμιο, δε λέει να ξεραθεί και αντιστέκεται.

Γιατί τα παιδιά εξακολουθούν να σε ρωτούν ”Γιατί αυτό;”, ”Γιατί εκείνο;” κι εσύ δε σταματάς να βρίσκεις απαντήσεις. Γιατί παρατηρείς τα πουλιά κι ακούς τις μουσικές τους, γιατί μοιράζεσαι ένα πιάτο φαΐ με τους ανθρώπους σου και το περίσσευμα το δίνεις σε γάτες και σκύλους αδέσποτους. Γιατί αφήνεις μια κουβέρτα στον άστεγο και εύχεσαι να τον ζεστάνει, γιατί τολμάς να υπερασπίζεσαι τον μετανάστη κι ελπίζεις να βρει κάποτε πατρίδα. Γιατί τα απογεύματα τα πάρκα γεμίζουν φωνές, ποδήλατα και μπάλες. Γιατί τα καφενεία εξακολουθούν να συντροφεύουν παππούδες με καφέδες ελληνικούς. Γιατί τα ήθη και τα έθιμα πάνε από γιαγιά σε εγγονή, γιατί τα καλοκαίρια κρατούν παραπάνω από τρεις μήνες και η φιλοξενία παραπάνω απ’όσο φαντάζεσαι. Γιατί ο ήλιος δε σε αφήνει να σκοτεινιάσεις, γιατί η θάλασσα δε σε αφήνει να στεγνώσεις. Γιατί το σχολείο μυρίζει πάντα κιμωλία και ξυσμένα μολύβια.  Γιατί υπάρχουν τόσοι λόγοι να χαμογελάς και τόσοι να ελπίζεις, να αντιστέκεσαι στη μιζέρια και στην ασχήμια. Γιατί συνεργάζεσαι, δημιουργείς, γράφεις, σβήνεις, ζωγραφίζεις. Κυρίως όμως μοιράζεσαι : τις λύπες, τις χαρές, τις κρίσεις, τα πορτοφόλια, τα διαλείμματα, τα σπίτια, τα αυτοκίνητα, τ’ ανέκδοτα, τις αυλές, τα γλέντια, τις αγκαλιές, τις κουβέντες.

Για τόσα πράγματα που δε στα δάνεισαν και δε χρειάζεται να τα επιστρέψεις,εσύ …χαμογΕλλάς.

*σαν υστερόγραφο αφήνω αυτό το βίντεο που φτιάξαμε στο σχολείο μου. δώστε λίγα λεπτά κι ελπίζω να σκάσει ένα χαμόγελο. κερασμένο. watch?feature=player_embedded&v=Hn-LCRu943o

Παράθυρα Λογοτεχνίας για Νέους

Intellectum 10

[
Μενού